- ταινιοθήκη
- ηχώρος όπου τοποθετούνται οι κινηματογραφικές ταινίες.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
ταινιοθήκη — η, Ν 1. χώρος μέσα στον οποίο τοποθετούνται και φυλάγονται ταινίες, ιδίως κινηματογραφικές 2. λέσχη που διαθέτει αρχείο από κινηματογραφικά έργα και η οποία οργανώνει αφιερώματα σε διάφορους δημιουργούς τού κινηματογράφου, προβάλλοντας… … Dictionary of Greek
Μουσείο Κινηματογράφου Αγλαΐας Μητροπούλου — Ανήκει στην Ταινιοθήκη της Ελλάδος, η οποία, από το 1950 που ιδρύθηκε, είναι ο μοναδικός φορέας που μεριμνά για την αποκατάσταση, τη συντήρηση και την προβολή της ελληνικής και παγκόσμιας κινηματογραφικής κληρονομιάς στην Ελλάδα. Φέρει το όνομα… … Dictionary of Greek
Βέλγιο — Κράτος της βόρειας Ευρώπης, μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.Συνορεύει Β και ΒΑ με την Ολλανδία, Α με τη Γερμανία, ΝΑ με το Λουξεμβούργο, Ν με τη Γαλλία, ενώ ΒΔ βρέχεται από τη Βόρεια θάλασσα.Το κράτος του Β. (που τα σημερινά σύνορά του σε γενικές… … Dictionary of Greek